Η φυσιολογική διάμετρος της κοιλιακής αορτής είναι 1.19-2.16 εκ στις γυναίκες και 1.41-2,39 εκ στους άνδρες. Πάνω από 2,5 εκ έχουμε ανευρυσματική διάταση της αορτής. Ωστόσο ανεύρυσμα που πρέπει να αντιμετωπισθεί για να προληφθεί ο κίνδυνος ρήξεως είναι εκείνο που υπερβαίνει τα 5 εκ σε διάμετρο, ή που αν και μικρότερο μεγαλώνει με ρυθμό μεγαλύτερο του 0,5 εκ το χρόνο.
Στη πράξη ανευρύσματα μικρότερα από 5 εκ παρακολουθούνται με το Τρίπλεξ τουλάχιστον ανά 6μηνο. Ο ασθενής πρέπει να διακόψει το κάπνισμα, να ελέγξει την αρτηριακή του πίεση, να παίρνει ειδική φαρμακευτική αγωγή, με στόχο να σταθεροποιηθεί το ανεύρυσμα, και να ελέγξει τόσο τις άλλες αρτηρίες του σώματος όσο και τη καρδιακή λειτουργία.
Όταν υπάρχει ένδειξη επεμβάσεως, που συνίσταται σε αντικατάσταση της ανευρυσματικής αορτής με ειδικό συνθετικό μόσχευμα, προηγείται αξονική τομογραφία και γίνεται εκτίμηση της μορφολογίας του ανευρύσματος ώστε νε μπορέσουμε να επιλέξουμε ανάμεσα στην χειρουργική ή την ενδαγγειακή επέμβαση.
Η ανοιχτή χειρουργική επέμβαση είναι μια μεγάλη εγχείρηση που γίνεται με γενική αναισθησία και διαρκεί 2-4 ώρες. Ενδείκνυται σε ασθενείς που δεν μπορεί να γίνει ενδαγγειακή θεραπεία και είναι σε καλή γενική κατάσταση. Η θεραπεία είναι μόνιμη και χρειάζεται μόνο κλινική παρακολούθηση μετεγχειρητικά.
Η ενδαγγειακή θεραπεία μπορεί να γίνει με τοπική αναισθησία, με 2 μικρές τομές στις μηροβουβωνικές χώρες, απ’όπου προωθείται το ειδικό μόσχευμα με ακτινοσκοπικό έλεγχο (Εικόνες 2,3). Σε αντίθεση με την χειρουργική επέμβαση, όπου το μόσχευμα ράβεται, το ενδαγγειακό μόσχευμα ενσφηνώνεται με ειδικά ελάσματα (stents) σε υγιή αορτή, τόσο κεντρικά στον αυχένα κάτω από τις νεφρικές αρτηρίες, όσο και περιφερικά στις λαγόνιες αρτηρίες. Η επέμβαση γίνεται σε πλήρες χειρουργείο, με δυνατότητα μετατροπής της επέμβασης σε ανοιχτή χειρουργική αν υπάρξουν επιπλοκές, πράγμα που συμβαίνει σπάνια. Επειδή το μόσχευμα ενσφηνώνεται ενδέχεται να υπάρξουν διαρροές (ενδοδιαφυγές) προς τον ανευρυσματικό σάκο, άμεσα ή και μετά από χρόνια, οπότε το ανεύρυσμα εξακολουθεί να μεγαλώνει και μπορεί να σπάσει. Αυτό επιβάλλει μια στενή παρακολούθηση του ασθενούς με αξονικές τομογραφίες ώστε αν υπάρξουν ενδοδιαφυγές να αντιμετωπισθούν ενδαγγειακά (με μπαλόνι και stent) ή χειρουργικά.
Εικόνα 2 |
Εικόνα 3
|
|